Με αφορμή τον αιματηρό πόλεμο στην Ευρώπη, μετά την εισβολή της Ρωσίας στα ουκρανικά εδάφη, διεξάγεται κι ένας ιδεολογικός πόλεμος σχετικά με την κοινή ιστορική μοίρα και πορεία των δύο χωρών. Δεδομένου ότι τα γλωσσικά ζητήματα πάντα μας ιντριγκάρουν, αποφασίσαμε να μεταφράσουμε και να σας προσφέρουμε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο σχετικά με τα ρωσικά και τα ουκρανικά και το κατά πόσο οι δύο αυτές γλώσσες είναι δύο διακριτές γλωσσικές οντότητες ή δύο διαφορετικές διάλεκτοι που ανήκουν στην ίδια γλώσσα. Καλή ανάγνωση!
Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν μιλάει κατά καιρούς για την «ιστορική ενότητα» του ρωσικού και του ουκρανικού λαού, εν μέρει μέσω του δεσμού της γλώσσας που τους ενώνει.
Ωστόσο, το εν λόγω επιχείρημα απορρίπτεται μετά βδελυγμίας από τους Ουκρανούς, οι οποίοι βασίζονται γι’ αυτό σε δεδομένα που στοιχειοθετούν τη μακρά ιστορία της Ουκρανίας ως ξεχωριστού έθνους, με ξεχωριστή γλώσσα.
Οι διαφορές μεταξύ των δύο γλωσσών αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης συζήτησης στη Δύση, όπως φαίνεται άλλωστε κι από τη διαφορετική γραφή της πρωτεύουσας της Ουκρανίας, Κιέβου, στα αγγλικά (Kiev σύμφωνα με τη ρωσική εκδοχή, Kyiv σύμφωνα με την ουκρανική).
Όπως συμβαίνει και με πολλές ακόμα «συγγενικές» γλώσσες, για τους περισσότερους «ξεχωριστή» γλώσσα σημαίνει ότι υπάρχουν ξεκάθαρες και ολοκληρωτικές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ τους. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι αρκετά πιο πολύπλοκη.
Τα ουκρανικά και τα ρωσικά ανήκουν στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών. Αυτή η ομάδα γλωσσών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης εμπερικλείει επίσης τα πολωνικά, τα τσεχικά και τα βουλγαρικά.
Μια χιλιετία πριν, η γλώσσα που μιλούσαν στις ρωσικές και ουκρανικές επαρχίες είχε πολύ μεγάλες ομοιότητες, όπως αυτές που συναντούμε σε διαφορετικές διαλέκτους μιας ίδιας γλώσσας. Με την πάροδο των χρόνων, και υπό διαφορετικές ιστορικές επιρροές, εμφανίσθηκαν οι αποκλίσεις.
Τα ουκρανικά και τα ρωσικά ανήκουν στην οικογένεια των σλαβικών γλωσσών. Αυτή η ομάδα γλωσσών της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης εμπερικλείει επίσης τα πολωνικά, τα τσεχικά και τα βουλγαρικά.
Η Ουκρανία έγινε η ανατολική πτέρυγα της Πολωνολιθουανικής κοινοπολιτείας, απορροφώντας μεγάλες ποσότητες πολωνικών. Η Μόσχα από την άλλη, ένωσε σε μία επικράτεια τις πόλεις στον βορρά και στην ανατολή, δημιουργώντας τη Ρωσία. Συνεπώς, η γλώσσα της διαμορφώθηκε μέσα από την επαφή με τα μεταναστευτικά κύματα που ήρθαν από την ανατολή και με την εισαγωγή αλλοδαπών τεχνικών και πολιτισμικών όρων από τις δυτικοευρωπαϊκές χώρες όπως τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία.
Όταν πλέον η Ρωσία πήρε υπό τον έλεγχο της την Ουκρανία κατά τον 18ο αιώνα, οι γλώσσες της Ρωσίας και της Ουκρανίας δεν ήταν πια τόσο κοντινές, αφού ήδη είχαν προκύψει σημαντικές αλλαγές, τόσο στο λεξιλόγιο όσο και στην εκφορά και τη γραμματική.
Σήμερα, τα ρωσικά και τα ουκρανικά διατηρούν στενούς δεσμούς: μοιράζονται περισσότερο λεξιλόγιο, γραμματική και στοιχεία στην εκφορά του λόγου μεταξύ τους, απ’ ό,τι με τις υπόλοιπες σλαβικές γλώσσες. Και οι δύο χρησιμοποιούν ως βάση τους το κυριλλικό αλφάβητο, αλλά με κάποιες μικρές διαφορές. Υπάρχουν, για παράδειγμα, τέσσερα γράμματα στα ουκρανικά που απουσιάζουν από τα ρωσικά (ґ, є, і, ї), και τέσσερα γράμματα από τα ρωσικά που δεν υπάρχουν στα ουκρανικά (ё, ъ, ы, э).
Δεδομένου ότι οι αποκλίσεις μεταξύ των ρωσικών και των ουκρανικών προέκυψαν σχετικά πρόσφατα (λιγότερο από χίλια χρόνια πριν), εξακολουθούν να διατηρούν ομοιότητες σε βασικά κομμάτια του λεξιλογίου, αλλά όχι τόσες ώστε να θεωρηθούν διάλεκτοι της ίδιας γλώσσας.
Σύμφωνα με κάποια στοιχεία στα οποία γίνεται συχνή αναφορά, τα ουκρανικά με τα ρωσικά μοιράζονται το 62% του λεξιλογίου τους. Το συγκεκριμένο ποσοστό σχεδόν συμπίπτει με το ποσοστό ομοιότητας μεταξύ της αγγλικής και της ολλανδικής γλώσσας, σύμφωνα με τους ίδιους υπολογισμούς. Εφόσον διευρύνουμε το δείγμα μέσα από στοιχεία που υπάρχουν στο διαδίκτυο συγκρίνοντας ένα μεγαλύτερο εύρος λέξεων και όχι μόνο αυτές τις 200 αρχαίες «βασικές» λέξεις, η αναλογία των κοινών λέξεων μειώνεται κι άλλο. Σύμφωνα με ένα υπολογιστικό μοντέλο, τα ρωσικά και τα ουκρανικά έχουν κατά 55% κοινό λεξιλόγιο.
Βάσει, ωστόσο, του 62%, ένας Ρώσος που δεν ξέρει ουκρανικά (ή το αντίστροφο), θα καταλάβαινε πέντε στις οκτώ λέξεις. Για να κατανοήσουμε τι σημαίνει αυτό, μπορούμε να ζητήσουμε από έναν φίλο μας σε κάθε οκτώ λέξεις ενός άρθρου μιας εφημερίδας, να σβήνει τις τρεις και να δούμε τι θα καταλάβουμε.
Οι «ψευδόφιλες λέξεις», δηλαδή οι λέξεις που μοιάζουν μεταξύ τους αλλά έχουν διαφορετικό νόημα, δημιουργούν την εντύπωση ότι τα ρωσικά με τα ουκρανικά μοιάζουν πιο πολύ απ’ ό,τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. Η ουκρανική λέξη «pytannya» (ερώτηση) μοιάζει πολύ με τη ρωσική λέξη «pytanie» (προσπάθεια). Ένας Ρώσος που θα δει τη λέξη «pytannya» δεν θα τη συνδέσει νοητικά με τη ρωσική «vopros», δηλαδή ερώτηση.
Όταν πλέον η Ρωσία πήρε υπό τον έλεγχο της την Ουκρανία κατά τον 18ο αιώνα, οι γλώσσες της Ρωσίας και της Ουκρανίας δεν ήταν πια τόσο κοντινές, αφού ήδη είχαν προκύψει σημαντικές αλλαγές, τόσο στο λεξιλόγιο όσο και στην εκφορά και τη γραμματική.
Τα ρωσικά και τα ουκρανικά προέκυψαν από την ίδια μήτρα, και τηρουμένων των αναλογιών, όχι και πολύ καιρό πριν. Είναι πιο εύκολο για έναν Ρώσο να μάθει ουκρανικά (ή το αντίστροφο) παρά για έναν αγγλόφωνο να μάθει οποιαδήποτε από τις δύο γλώσσες. Το κοινό τους λεξιλόγιο και το γεγονός ότι ακόμα και λέξεις με διαφορετική σημασία μοιάζουν οικείες, διευκολύνει τη σύνδεση ρωσόφωνων και ουκρανόφωνων.
Η μακρά ιστορία της Ρωσίας ως κυρίαρχης πολιτικής και πολιτισμικής γλώσσας της Σοβιετικής Ένωσης συνεπάγεται ότι πολλοί Ουκρανοί πολίτες – γύρω στο 30% σύμφωνα με την τελευταία απογραφή – είναι φυσικοί ομιλητές της ρωσικής γλώσσας, ενώ ακόμα περισσότεροι έχουν διδαχθεί τα ρωσικά σε υψηλό επίπεδο. Το αντίστροφο δεν ισχύει ιστορικά, αν και τα δεδομένα πλέον αλλάζουν. Οι δύο γλώσσες είναι τόσο κοντά κι έχουν συνυπάρξει τόσο πολύ που διαθέτουν πλέον και μια υβριδική μορφή, τη Surzhyk, η οποία χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές περιοχές της Ουκρανίας.
Οι ομοιότητές τους δεν θα πρέπει να μας οδηγούν σε εσφαλμένα συμπεράσματα ούτε ως προς το γεγονός ότι πρόκειται για διαφορετικές γλωσσικές οντότητες ούτε για τις πολιτικές προεκτάσεις που συνεπάγεται το επιχείρημα ότι πρόκειται για την ίδια γλώσσα.
Πριν από 25 χρόνια, το όνομα «Kiev» άρχισε να εξαφανίζεται από τους χάρτες και να αντικαθίσταται από το «Kyiv», το οποίο αποτελεί απλώς την ουκρανική «εκδοχή» του ονόματος, γραμμένη με το λατινικό αλφάβητο αντί για το κυριλλικό. Σε αυτή την εκδοχή, έχουν αλλάξει δύο φωνήεντα: στα ρωσικά, το πρώτο φωνήεν -y- έγινε -i- μετά το σύμφωνο -k-, και στα ουκρανικά, το ιστορικό -e- και -o- έγιναν -i- πριν από το τελικό σύμφωνο. Με ιστορικούς όρους, λοιπόν, καμία από τις δύο εκδοχές δεν είναι πιο «αυθεντική», αφού και οι δύο υπέστησαν μεταβολές που προέκυψαν με την πάροδο του χρόνου.
Η αγγλική συνήθεια για τη χρήση των «Kiev», «Kharkov», «Lvov» προέρχεται από την εποχή της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της Σοβιετικής Ένωσης, όπου τα ρωσικά αποτελούσαν την κυρίαρχη γραπτή γλώσσα της Ουκρανίας. Μετά την ανεξαρτησία της Ουκρανίας και την εμπέδωσης της δικής της γλωσσικής ταυτότητας, ήρθαν στο προσκήνιο οι ουκρανικές εκδοχές «Kyiv», «Kharkiv» και «Lviv». Παρόμοιο παράδειγμα βλέπουμε και στη χρήση των «Mumbai» και «Kolkata», τα οποία, ως ένδειξη σεβασμού στους τοπικούς κανόνες, αντικατέστησαν τα αποικιοκρατικά ονόματα των Ινδικών πόλεων «Bombay» και «Calcutta».
Οι διαφορές μεταξύ των ρωσικών και των ουκρανικών είναι πολύ περισσότερες απ’ όσες δήλωνε το 2021 ο Πούτιν με τη φράση «τοπικοί γλωσσικοί ιδιωματισμοί». Αναζητώντας «ενότητα» μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στη γλώσσα, ο Πούτιν διαμόρφωνε το επιχείρημα που έδινε το δικαίωμα στη Ρωσία να επέμβει σε ρωσικά, σύμφωνα με τον ίδιο, εδάφη.
Το παρόν άρθρο αποτελεί ελεύθερη μετάφραση αγγλόφωνου άρθρου που δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο, στον ιστότοπο www.theconversation.com. Για να διαβάσετε το άρθρο στην πρωτότυπή του μορφή, πατήστε εδώ.